σπερματολιθίαση

σπερματολιθίαση
η, Ν
ιατρ. ο σχηματισμός λίθων στους σπερματικούς πόρους ή στις σπερματοδόχες κύστεις.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σπερματόλιθος + κατάλ. -ίαση].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”